Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Η γελάδα ποτέ δεν πεθαίνει

(08.12.2008)


Φούλ της γκαντεμιάς. Όλες οι συμφορές πάνω μας.


Από την μιά εκείνος ο ανεκδιήγητος πλανητάρχης με ειδικές ανάγκες που επί των ημερών του είδαμε τα πάντα. Δίδυμους πύργους, πόλεμο σε Αφγανιστάν και Ιράκ, καταστροφή της Νέας Ορλεάνης, παγκόσμιο κράχ στην οικονομία, καλά που δεν μας την πέσανε και οι εξωγήινοι, ή κανένας νταβραντισμένος αστεροειδής να μας κάνει τα μούτρα κρέας... Βέβαια μένουν κανά εξάρι εβδομάδες ακόμα ώσπου ο Βλάκας να παραδώσει τα κλειδιά του μπουρδέλου στον επόμενο ενοικιαστή, οπότε άσε, να μην το μελετάω και πολύ...


Εδώ στο λιγδιάρικο προτεκτοράτο, ο δικός μας μπουνταλάς αφήνει να σκάει ένα σκάνδαλο κάθε βδομάδα. Αντί να κυβερνάει, κοιτάζει πώς θα μαζέψει τα χεσμένα βρακιά της παράταξης. Αν αντιπολίτευση δεν ήταν ο Γκούφυ και εκείνος ο άλλος ο-πώς-τον-λένε, ο φραπές, και οι χριστιανοφασίστες και τα σταλινικά απολιθώματα, αυτός ο αποτυχημένος θίασος που παριστάνει την κυβέρνηση θα είχε πέσει από τον πρώτο μήνα.


Δυστυχώς οι οργανωμένες μειοφηφίες κυβερνούν αυτή την χώρα επί πολλά χρόνια με τα ουρλιαχτά και τις κραυγές. Με την ξύλινη γλώσσα που αρθρώνει σαχλαμάρες. Με τον κατευθυνόμενο σκοταδισμό και το πνίξιμο κάθε φωνής που υποστηρίζει ουσιαστικές αλλαγές. Με το απροκάλυπτο ψέμα και το κυνήγι της αλήθειας και όσων την επιζητούν. Με τις οργανωμένες συμμορίες οπαδών, τραμπούκων, και μαφιόζων. Με τα όπλα και τη βία εκεί που ο ψευτοτσαμπουκάς τους δεν περνάει. Με τις δυνάμεις καταστολής και τον μηχανισμό γραφειοκρατικής εξόντωσης που αδυνατεί να λειτουργήσει εναντίον των εγκληματιών ενώ λειτουργεί περίφημα εναντίον των πολιτών που έχουν άποψη.


Όλοι αυτοί καλά κάνουν. Το ερώτημα είναι, εμείς τι κάνουμε;

...Πληρώνουμε ασυζητητί τον κάθε καινούργιο φόρο που μας χώνουν και βγάζουμε τον σκασμό όταν πρέπει να μιλήσουμε. Κοιτάμε την πάρτη μας και αδιαφορούμε για αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Όταν είναι να κάνουμε το σωστό, οι περισσότεροι σκύβουμε το κεφάλι και συμβιβαζόμαστε. Λέμε “οκέι, θα κάνω το σωστό την επόμενη φορά” , μόνο που όλες τις επόμενες φορές κάνουμε το ίδιο. Το λάθος. Δεν μας φταίνε οι άλλοι, εμείς είμαστε σκάρτοι.


Όποιος παρκάρει κανονικά, όποιος χτίζει σύμφωνα με τους κανονισμούς, όποιος εργάζεται φιλότιμα, όποιος δεν ενοχλεί τους γύρω του, θεωρείται φυτό, ψόφιος, Μαλάκας. Η νοοτροπία του συστήματος είναι το νταηλίκι, η ψευτομαγκιά και η λούφα. Ο καθηγητής είναι το ίδιο το κράτος. Όταν του χρωστάς σου στέλνει τα ΕΚΑΜ στο σπίτι. Όταν σου χρωστάει αυτό, σε παραπέμπει στα δικαστήρια να τραβιέσαι καμιά δεκαετία για να τα πάρεις. Όμως το κράτος δεν είναι κάτι το απρόσωπο. Απαρτίζεται από άτομα με όνομα και επώνυμο, που έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς, φιλίες, κουμπαριές, διασυνδέσεις και ανειλημμένες υποχρεώσεις. Όλα αυτά τα άτομα δεν έχουν πάρει την εξουσία με την βία. Κάποιοι έχουν ψηφίσει αυτούς τους ίδιους ή εκείνους που τους διόρισαν. Όταν π.χ. στη Θεσσαλονίκη ο Ζορρό με ένα κάρρο καταγγελίες και δικαστήρια στην πλάτη παίρνει 67%, πείτε μου ποιός είναι το χαϊβάνι. Το ίδιο λίγο-πολύ γίνεται και στην Αθήνα, στην Πάτρα, στο Ηράκλειο, στη Λάρισα και στην Άνω Καλιαρκούδα. Ο ανώνυμος ψηφοφόρος ανταμείβει τις επώνυμες ρόμπες.



Εδώ και εβδομάδες εκτυλίσσεται η φαρσοκωμωδία άλλης μιάς εξεταστικής επιτροπής. Αυτοί που διεξάγουν την ανάκριση και οι κύριοι ύποπτοι, είναι κατά πάσα πιθανότητα τα ίδια πρόσωπα ή συνάδελφοι. Ακόμα και ένας πρωτοετής φοιτητής της νομικής θα μπορούσε να εξηγήσει στους κ.κ. ψηφοφόρους τι σημαίνει “διάκριση των εξουσιών” και τι συνέπειες έχει για το πολίτευμα το συνεχές καπέλωμα της μιας εξουσίας από την άλλη.

...Από πότε έγιναν δικαστές οι πολιτικάντηδες; Απάντηση: από την δικτατορία. Συγκεκριμένα από την στιγμή της κατασκευής του βρωμονόμου “περί ευθύνης υπουργών”. Και αν για τους κατασκευαστές του δεν λειτούργησε ποτέ, για τους εκλεγμένους επιγόνους τους λειτουργεί ρολόι. Οι υπόλοιποι νόμοι είναι απ’ ό,τι φαίνεται για τον ηλίθιο φορολογούμενο. Μόνο αυτόν τρέχουν στα δικαστήρια και στις φυλακές. Πολιτικοί, δικαστές, παπάδες, γαλονάδες, μεγαλοκαρχαρίες είναι όλοι υπεράνω του νόμου.


Ρίξτε μια ματιά στο παρελθόν και θα καταλάβετε τι έχει συμβεί. Την εποχή της δολοφονίας του Λαμπράκη υπήρχε λιγότερη δημοκρατία στα χαρτιά, αλλά περισσότερη στην ουσία, απ’ ό,τι σήμερα. Μέσα στο στυγερό αστυνομικό κράτος του θείου Ντίνου και των λιγδοτάμπαρων βασιλιάδων υπήρχε μια σχετική διάκριση των εξουσιών και αρκετά τμήματα του μηχανισμού λειτουργούσαν ικανοποιητικά. Και η τέταρτη εξουσία, ο τύπος, λειτουργούσε κι αυτή στα σωστά μέτρα. Και τότε φυσικά είχε γίνει απόπειρα να κουκουλώσουν την δολοφονία, αλλά απέτυχε. Όχι γιατί οι τότε κρατούντες δεν ήταν αρκετά ισχυροί για να επιβάλλουν την θέλησή τους. Ούτε μονάχα από το γεγονός ότι οι 3 ή οι 4 εξουσίες ήταν τότε σχετικά διακριτές. Αλλά κυρίως γιατί οι πολίτες εκείνη την εποχή είχαν κάτι που δεν το έχουμε εμείς: Ανάστημα. Ήταν γενιές που είχαν μεγαλώσει μέσα στον παγκόσμιο πόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο, και την μετεμφυλιακή μέγγενη, ζώντας και επιβιώνοντας στο όριο. Το σύστημα εκείνη την στιγμή δεν τόλμησε να ρισκάρει την σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι. Έτσι κι αλλιώς η δικαστική έρευνα δεν θα έφτανε ποτέ στους ηθικούς αυτουργούς. Και τότε υπήρχαν αρκετοί προδότες, ρουφιάνοι και χατζηγλείφτες. Όμως παράλληλα το ποσοστό των ανθρώπων με θάρρος και φιλότιμο ήταν μεγαλύτερο από το σημερινό.

Και τώρα τι; Παρακολουθούμε μια φάρσα χωρίς σκηνοθέτη, ένα θέατρο του παραλόγου όπου όλοι δηλώνουν αθώοι. Και κανένας δεν βρίσκεται να τους κυνηγήσει. Όποιον έχει ανάστημα και είναι μέσα στο σύστημα, τον στέλνουν σπίτι του πριν προλάβει να κουνηθεί. Με μια καλή πρόωρη σύνταξη του σφραγίζουν το στόμα. Όποιον είναι έξω από το σύστημα, τον πατάνε χωρίς έλεος. Οι πολίτες είναι μια απρόσωπη, φοβισμένη μάζα, βουτηγμένη στα χρέη, που διστάζει ακόμα και την φωνή να υψώσει. Οι αρμοδιότητες έχουν γίνει αχταρμάς. Και το κράτος τούρτα παγωτό με τζατζίκι.

...Κανείς δεν πήρε ούτε ένα ευρώ. Κανείς δεν είχε σχέση με κανέναν. “Φραπέδακι πίναμε με τους μοναχούς μωρέ, και αυτό χωρίς γάλα επειδή νηστεύουμε.”

...Και ποιός γεμίζει τους λογαριασμούς ρε παιδιά; Και ποιός έκανε τα νταραβέρια; Το άγιο πνεύμα από τον ουρανό;

Ένα ακόμα θαύμα συνέβη στην χώρα της αληθινής πίστης. Μόνο που το θαύμα το βλέπουν μόνο οι εμπλεκόμενοι. Κανείς άλλος δεν μπορεί να το δεί. Εμείς οι υπόλοιποι, αυτό που βλέπουμε είναι ότι τα ίδια άτομα πιάστηκαν ακόμα μια φορά με τις κυλότες στον αστράγαλο. Αλλά αυτό είναι μονάχα η κορυφή του παγόβουνου. Τα εγκλήματα των κυβερνήσεων και της παρακρατικής συμμορίας από το 1974 και μετά σε βάρος του προϋπολογισμού δεν έχουν τέλος. Όμως τώρα ήρθε η ώρα της πληρωμής. Οι διεθνείς τοκογλύφοι μια και τους μπήκε κι αυτωνών το παλούκι στον κώλο, τώρα θέλουν ζεστό χρήμα και όχι ομόλογα, χρεόγραφα, και μετοχές. Τέλος τα νέα δάνεια για να πληρώνουμε τα πανωτόκια των παλιών δανείων. Τώρα οι τσιφούτηδες απαιτούν μετρητό, προϊόντα και υπηρεσίες. Γή και ύδωρ. Η συνέχεια θα είναι θρίλερ.


Η χώρα έχει χρεωκοπήσει. Κάπου ανάμεσα στο διαρκές μποτιλιάρισμα, τις εκλογές, τις δεήσεις, και τα ατελείωτα τηλεσκουπίδια. Είτε θέλουμε να το δούμε είτε όχι. Το γενικό οικονομικό στριπτήζ του πλανήτη -λόγω της Υπερκομπίνας- έχει επιταχύνει το ξεχαρβάλωμα του βλαχοδουκάτου μας. Εδώ και πολλά χρόνια δεν παράγουμε τίποτα, εκτός από λαμόγια, καταδότες και γλείφτες. Μας έχουν γδάρει και συνεχίζουν να μας γδέρνουν όλοι, ντόπιοι και ξένοι. Με κόστος ζωής Ελβετίας καταφέρνουμε να ζούμε λίγο καλύτερα από την Αφρική. Όσοι λαδώνονται και τα πιάνουν, σαμποτάρουν αυτούς που δουλεύουν γιατί χαλάνε την πιάτσα.


Μπουλούκια καιροσκόπων και αγυρτών διαδέχονται το ένα το άλλο επί χρόνια σε μια πορεία χωρίς επιχειρήματα, χωρίς όραμα, χωρίς σχέδιο. Ή μάλλον υπάρχει σχέδιο: Να φάμε τα λεφτά. Να μην αφήσουμε τίποτα στο ταμείο. Άδειο το βρήκαμε, καταχρεωμένο θα το αφήσουμε. Κλέψτε, ληστέψτε, πλιατσικολογήστε, αρπάξτε ! Κι ας γκρεμίζονται τα πάντα γύρω μας. Κι ας πηγαίνει κατά διαόλου η χώρα μαζί με αυτούς που την κατοικούν. Κι ας μας σιχτιρίζουν όλες οι επόμενες γενεές για το χάλι που θα τους αφήσουμε.



Το μεγαλύτερο από όλα τα ψέματα είναι ότι η γελάδα που αρμέγουν όλοι ποτέ δεν πεθαίνει. Πάντα γίνεται κάποιο θαύμα και εμφανίζεται ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, η παρθένα μαμά, οι Έλ, ο Σούπερμαν μαζί με τον Μπάτμαν, ή όλη η παραπάνω παρέα και το κάστρο σώζεται. Και η γελάδα δεν ψοφάει. Συνεχίζει να κάνει γάλα για όλους τους σκατάδες που την αρμέγουν, αλλά ποτέ δεν την ταΐζουν.


Ε, λοιπόν σε αυτό κάνουν λάθος. Η γελάδα πνέει τα λοίσθια. Φαίνεται ότι θα τα τινάξει τα πέταλα πιο γρήγορα απ’ ό,τι περίμεναν. Γι αυτό και βιάζονται όλοι να αρπάξουν ό,τι μπορούν και να εγκαταλείψουν το πλοίο.


...Και καλά θα κάνουν. Όταν το πλοίο μείνει ακυβέρνητο, οι πιθανότητες να πάρει το τιμόνι κάποιος τρελός πειρατής είναι σημαντικές. Κι αν η γελάδα την σκαπουλάρει τελικά, όλα μέλι-γάλα. Θα παίξουμε παράταση. Αν όμως ψοφήσει, αυτοί που την άρμεγαν και την κακομεταχειρίζονταν τόσα χρόνια καλύτερα να λείπουν από την κηδεία.


Κάτι μου λέει ότι οι συγγενείς θα είναι εξαγριωμένοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: